- ναύσταθμος
- Λιμάνι ή όρμος, κατάλληλα διασκευασμένος, όπου λιμενίζονται πολεμικά πλοία και υπάρχουν εγκαταστάσεις για την επισκευή, τον εξοπλισμό και τις άλλες ανάγκες του πολεμικού ναυτικού. Ο ν. ήταν ό,τι και το νεώριο των αρχαίων ή το καραβοστάσι ή ο ταρσανάς των μεσαιωνικών και των νεώτερων χρόνων. Εδώ και λίγες δεκαετίες, ένας ν. περιλάμβανε - εκτός από το λιμάνι - δεξαμενές και εκτεταμένες αποθήκες, προβλήτες, μεγάλα εργοστάσια και πειραματικά εργαστήρια, σήμερα όμως, επειδή η τεχνική των σύγχρονων πολεμικών πλοίων έχει γίνει περίπλοκη, οι ν. ασχολούνται κυρίως με την επισκευή, τη συντήρηση και τον ανεφοδιασμό των μονάδων, ενώ η κατασκευή των μηχανών, του εξοπλισμού κλπ. έχει ανατεθεί σε ειδικευμένα εργοστάσια. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η σημερινή κατάσταση αποτελεί μια ιστορική οπισθοδρόμηση χιλιετιών, γιατί κατά την αρχαιότητα τα νεώρια (τα ρωμαϊκά navalia) χρησίμευαν αποκλειστικά για τη συντήρηση και την επισκευή των πλοίων, ενώ η ναυπήγηή τους είχε ανατεθεί σε ιδιαίτερα ναυπηγεία.
Στην αρχαία Ελλάδα, οι πρώτοι ν. (νεώρια) ιδρύθηκαν κατά τον 7o αι. π.Χ. και ήταν ξύλινοι. Από τον 4o αι. κατασκευάζονταν χτιστοί. Μεγάλη φήμη, ιδίως, κατά τον 5o και 4o αι., είχαν τα νεώρια του Πειραιά - και στα τρία λιμάνια του Πειραιά, Ζέας και Μουνιχίας - ο πολεμικός δηλαδή ν. των Αθηναίων. Στα νεώρια αυτά υπήρχαν, εκτός από τους νεωσοίκους - υπόστεγα όπου ανελκύονταν και διατηρούνταν τα πλοία όταν δεν ταξίδευαν - κατάλληλες εγκαταστάσεις για την επισκευή τους και για την κατασκευή των διάφορων αναγκαίων εξαρτημάτων. Της ίδιας μορφής ήταν και τα ρωμαϊκά navalia. Κατά τον Μεσαίωνα, οι ν. περιλάμβαναν λιμάνι με προβλήτες, εργοστάσια, αποθήκες και άλλες εγκαταστάσεις και το σύνολό τους περιβαλλόταν από τείχος με δυο μόνο ανοίγματα: την πύλη του ναυτικού, από την οποία μεταφέρονταν τα πλοία, και τη χερσαία πύλη, απ’ όπου περνούσε το εργαζόμενο προσωπικό και μεταφέρονταν τα υλικά. Ο πιο σπουδαίος ν. των μεσαιωνικών χρόνων ήταν της Βενετίας, που διατηρήθηκε έως σήμερα όπως ακριβώς ήταν τότε. Ιδρύθηκε το 1104 και αναπτύχθηκε σε έκταση 320.000 τ.μ. · κατά την περίοδο της Γαληνότατης Δημοκρατίας απασχολούσε 16.000 εργάτες.
Ο σημερινός ν. της Ελλάδας είναι στο νοτιοανατολικό άκρο της Σαλαμίνας, στη θέση Αράπης (ως τελευταία ο ναύσταθμος ονομαζόταν στην τρέχουσα γλώσσα και Αράπης). Έως το 1881 ήταν στον Πόρο. Μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο ιδρύθηκε ν. και στη Σούδα της Κρήτης.
Μερική άποψη του λιμανιού της Μασσαλίας, όπου υπάρχουν αποβάθρες κατάλληλες για το πλεύρισμα πλοίων κάθε χωρητικότητας. Το μεγάλο αυτό λιμάνι, στο οποίο υπάρχουν πάντοτε πλοία από όλο τον κόσμο, είναι η δεύτερη πόλη της Γαλλίας και το λιμάνι της είναι το μεγαλύτερο εξαγωγικό κέντρο της χώρας.
* * *ο (Α ναύσταθμος ὁ και ναύσταθμον, τὸ)σταθμός πλοίων, τόπος όπου σταθμεύουν πλοίανεοελλ.(ειδικά) θαλάσσιος χώρος μέσα στον οποίο ελλιμενίζονται, επισκευάζονται και εφοδιάζονται πολεμικά πλοία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ναῦς «πλοίο» + σταθμός].
Dictionary of Greek. 2013.